Το πρόσωπό της κουρασμένο από την θλίψη.
Τα βλέφαρά της βαριά έκλειναν από την λύπη που καθόταν επάνω στα μάτια της.
Γερνούσε σε κάθε χτύπημα.
Δαίμονες πάλευαν πάνω στις εκφράσεις του προσώπου της.
Ένιωθε να την χτυπούν αέρηδες από παντού.
Προσπαθούσε να σηκώσει το βλέμμα, προσπαθούσε να δώσει
ρυθμό στην άλλοτε ζωντανή ψυχή της.
Όμως δεν ήταν μόνη της ..δεν ήταν .
Εκείνος της είπε..
- Εγώ σε αγαπώ.
- Εγώ πονάω μαζί σου.
- Εγώ λυπάμαι μαζί σου.
Η θλίψη της ..δεν ήταν μόνη της, είχε μαζί της και εκείνον.
Στην θλίψη της επάνω εκείνος άφηνε ροδοπέταλα, άφηνε τα πιο γλυκά του λόγια
που ζέσταιναν την ψυχή της που πέθαινε..
Έκλαιγαν από αγάπη και μαχαίρωναν την θλίψη.
Ένα βράδυ εκείνη βγήκε στο δρόμο, άρχισε να περπατάει, να φεύγει από εκείνον.
- Επειδή σ ‘αγαπάω , πρέπει την θλίψη μου να την κρατήσω μόνο για μένα..
- Μόνο επειδή σ ‘αγαπάω...
Έφυγε ..παίρνοντας μαζί της τα ροδοπέταλα που της έδιναν χρώμα στην ψυχή.
Το “αντίο” δεν ήταν προς εκείνον..αλλά προς το κακό που του έκανε άθελά της...
ΝΙΚΗ ΤΑΓΚΑΛΟΥ